Το Κρητικό μαχαίρι, αχώριστος σύντροφος κάθε Κρητικού παλιότερα, το πήραν μαζί τους οι Κρητικοί παντού όπου και αν πήγαν είτε ως ταξιδιώτες, είτε ως μετανάστες, όταν σε δύσκολες εποχές ορισμένοι απ' αυτούς αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν το όμορφο νησί τους.
Μπορεί να το συναντήσει κανείς εκτός από την Κρήτη και την υπόλοιπη Ελλάδα στα πέρατα του κόσμου. Από την Αίγυπτο μέχρι τη Ρωσία και από τις ΗΠΑ και τον Καναδά μέχρι την Αυστραλία, είτε σε σπίτια Κρητικών περήφανο οικογενειακό κειμήλιο, είτε σε καταστήματα μεταχειρισμένων ειδών και παλαιοπωλεία σκονισμένο και χωρίς ταυτότητα, ανάμεσα σ' ένα σωρό ετερόκλητα αντικείμενα να περιμένει τον άνθρωπο που θα τ' αναγνωρίσει και θα τ' αποκτήσει, καταβάλλοντας ως αντίτιμο κάποιο χρηματικό ποσό. Καθένα απ' αυτά κρύβει μία μικρή ή μεγάλη ιστορία, μία ιστορία δεμένη με το νησί της Κρήτης και με την Κρητική παλικαροσύνη.
Αφού λοιπόν η παράδοση και τα ιστορικά τεκμήρια έχουν πολιτιστική αξία και πολιτιστική φερεγγυότητα, αξίζει να μελετηθεί και να τιμηθεί το χειροποίητο Κρητικό μαχαίρι, προτού η παραδοσιακή κατασκευή του σβήσει μέσα στην ατέρμονη κίνηση του χρόνου και τούτο, γιατί κάθε φορά που σβήνει μία παραδοσιακή τέχνη, ο ανθρώπινος πολιτισμός γίνεται φτωχότερος.
Ένα από τα παλιότερα δείγματα μαχαιριού με τη μορφή με την οποία το γνωρίζουμε σήμερα βρέθηκε στο Τζεμπέλ - Ελ - Αράκ ( Gebel - El - Arak ) της Αιγύπτου, κατασκευάστηκε από επεξεργασμένο οψιδιανό λίθο κι έχει λαβή από ελεφαντόδοντο, διακοσμημένη με ανάγλυφες παραστάσεις εμπνευσμένες από πολεμικές σκηνές. Το μαχαίρι αυτό κατασκευάστηκε γύρω στο 3.400 π.Χ. και βρίσκεται σήμερα στο μουσείο του Λούβρου. Όμως και στην Κίνα, τη Μεσοποταμία και το Λουριστάν του Ιράν βρέθηκαν μαχαίρια τα οποία αγγίζουν την ηλικία των 5.000 ετών.
Αλλά και στη Μυκηναϊκή Ελλάδα από το 1.500 π.Χ. και μετά κατασκευάστηκαν θαυμάσια αμφίστομα χάλκινα και ορειχάλκινα μαχαίρια, τα οποία το εμπόριο και το κίνητρο του κέρδους τα μετέφερε ακόμα και σε άλλους μακρινούς ευρωπαϊκούς τόπους, αφού το εξαγωγικό εμπόριο όπλων άνθισε στη Μυκηναϊκή εποχή.
Και στην κλασική Ελλάδα όμως, είχε ανθίσει η κατασκευή πληθώρας αγχέμαχων όπλων και κυρίως μαχαιριών, τα οποία χρησιμοποιήθηκαν στους αμέτρητους πολέμους, οι οποίοι κατασπάραξαν την Ελλάδα της κλασικής εποχής.
Την ίδια εποχή της Μυκηναϊκής ακμής, στη Μινωική Κρήτη η οποία μας κληροδότησε αρκετά λαμπρά έργα ενός προηγμένου και ταυτόχρονα ιδιόμορφου πολιτισμού, κατασκευάστηκαν αξιόλογα μαχαίρια, ελάχιστα δείγματα των οποίων έφτασαν μέχρι την εποχή μας. Στο μουσείο του Ηρακλείου μάλιστα, φυλάσσεται αγαλματίδιο πολεμιστή από τη Σητεία, Μινωικής εποχής, οπλισμένου με μαχαίρι το οποίο παρουσιάζει μερικές ομοιότητες με τα σύγχρονα Κρητικά μαχαίρια. Αξίζει ιδιαίτερα να τονιστεί ότι, σύμφωνα με την αρχαία ελληνική μυθολογία, τα αγχέμαχα όπλα και τα πολεμικά κράνη γεννήθηκαν στην Κρήτη, αφού εφευρέτες τους θεωρούνται οι Κουρήτες, ακόλουθοι του Δία.
Η ανάγκη άμυνας του μεγαλύτερου ελληνικού νησιού είχε ως αποτέλεσμα την ανάπτυξη της μεταλλουργίας και κατ' επέκταση της κατασκευής όπλων στην Κρήτη κατά την κλασική εποχή, όταν οι τοξότες του νησιού είχαν εξαιρετική φήμη σ' ολόκληρη την Ελλάδα και τη Μικρά Ασία, για τη δεινότητα με την οποία χειρίζονταν τα όπλα αυτά. Τη ρωμαϊκή εποχή, οι Ρωμαίοι απέκτησαν πικρή πείρα της μαχητικής ικανότητας των Κρητικών και της ευθυβολίας των τόξων τους όταν κατέλαβαν το νησί.
Κατά το Μεσαίωνα και ειδικότερα κατά τον 9ο αιώνα η Κρήτη καταλήφθηκε από τους Σαρακηνούς, οι οποίοι ήρθαν από την Ισπανία. Με ορμητήριο το νησί ταλαιπωρούσαν με τις επιδρομές τους ολόκληρη την ανατολική Μεσόγειο. Οι Σαρακηνοί της Κρήτης κατασκεύαζαν διάφορους τύπους όπλων επιτόπια και μ' αυτά εξόπλιζαν πλοία και πληρώματα κατά τις ναυτικές επιδρομές τους.
Μετά τη νικηφόρα εκστρατεία του Νικηφόρου Φωκά και την καταστροφή των Σαρακηνών της Κρήτης, το νησί επανήλθε στην εξουσία των Βυζαντινών όπου και παρέμεινε μέχρι τις αρχές του 13ου αιώνα, οπότε πέρασε στα χέρια των Βενετών πολύτιμο λάφυρο από τη διανομή των εδαφών της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, μετά τη διάλυση της από τους Σταυροφόρους της τέταρτης σταυροφορίας.
Οι Βενετοί κράτησαν την Κρήτη κάτω από την εξουσία τους για περισσότερα από 450 χρόνια. Στο γεγονός αυτό συνέβαλε η εξαιρετική οργάνωση της διοικητικής τους μηχανής και το αμυντικό σύστημα το οποίο είχαν αναπτύξει στο νησί, σύμφωνα με το οποίο εκτός από τις ισχυρές τακτικές στρατιωτικές δυνάμεις, η άμυνα ενισχυόταν από την τοπική πολιτοφυλακή Κρητικών τοξοτών, φημισμένων σε ολόκληρη την ανατολή και από τις δυνάμεις των Ελλήνων και Ιταλών γαιοκτημόνων του νησιού. Οι τελευταίες αυτές δυνάμεις εξοπλίζονταν ασφαλώς με όπλα τα οποία κατασκεύαζαν επιτόπια Κρητικοί τεχνίτες.
Μαρτυρίες για τη χρήση μαχαιριών για πολεμικούς σκοπούς κατά το Μεσαίωνα έχουμε σε γραπτές πηγές, οι οποίες αναφέρονται στην επανάσταση των Ψαρομηλίγγων κατά των Βενετών στα μέσα του 14ου αιώνα. Κατά την επανάσταση εκείνη οι Κρητικοί επαναστάτες ήταν οπλισμένοι με τόξα, λόγχες, ρόπαλα, μαχαίρες και πέλεκεις.
Σύμφωνα με την προφορική παράδοση, την εποχή της Βενετοκρατίας υπήρχαν μαχαιράδικα στο Ηράκλειο της Κρήτης, εγκαταστημένα στην ίδια ακριβώς θέση που βρίσκονται και σήμερα.
Μετά την τουρκική κατάκτηση της Κρήτης, οι μεταλλουργοί του νησιού συνέχιζαν να κατασκευάζουν εξαίρετα μεταλλουργικά προϊόντα, μεταξύ των οποίων και μαχαίρια, τα οποία κατά το 19ο αιώνα με τις επανειλημμένες επαναστάσεις των Κρητικών οι οποίοι διψούσαν για ελευθερία, αποκτούν ξεχωριστή αξία.
- Κρητικοί ζωσμένοι με τα άρματα τους -
Η συναισθηματική αλλά και πρακτική πολεμική αξία του Κρητικού μαχαιριού συνεχίστηκε και στον αιώνα μας, αφού το Κρητικό μαχαίρι υπήρξε απαραίτητο συμπλήρωμα της πολεμικής εξάρτησης του Κρητικού παλικαριού στο Μακεδονικό αγώνα, στους Βαλκανικούς πολέμους, στη Μικρασιατική εκστρατεία, ακόμα και κατά τη διάρκεια του Β' παγκοσμίου πολέμου όπου οι Κρητικοί αντάρτες ήταν οπλισμένοι και με το παραδοσιακό τους Κρητικό μαχαίρι, σύμβολο της Κρητικής αντρειοσύνης και του πνεύματος αντίστασης της Κρήτης εναντίον κάθε κατακτητή.
- το Γιαταγάνι του Δασκαλογιάννη. Σήμερα το γιαταγάνι του Δασκαλογιάννη βρίσκεται στο Μουσείο Μπενάκη, αποτελώντας ένα από τα πολυτιμότερα κειμήλια των συλλογών του. -
Μπορεί να το συναντήσει κανείς εκτός από την Κρήτη και την υπόλοιπη Ελλάδα στα πέρατα του κόσμου. Από την Αίγυπτο μέχρι τη Ρωσία και από τις ΗΠΑ και τον Καναδά μέχρι την Αυστραλία, είτε σε σπίτια Κρητικών περήφανο οικογενειακό κειμήλιο, είτε σε καταστήματα μεταχειρισμένων ειδών και παλαιοπωλεία σκονισμένο και χωρίς ταυτότητα, ανάμεσα σ' ένα σωρό ετερόκλητα αντικείμενα να περιμένει τον άνθρωπο που θα τ' αναγνωρίσει και θα τ' αποκτήσει, καταβάλλοντας ως αντίτιμο κάποιο χρηματικό ποσό. Καθένα απ' αυτά κρύβει μία μικρή ή μεγάλη ιστορία, μία ιστορία δεμένη με το νησί της Κρήτης και με την Κρητική παλικαροσύνη.
Αφού λοιπόν η παράδοση και τα ιστορικά τεκμήρια έχουν πολιτιστική αξία και πολιτιστική φερεγγυότητα, αξίζει να μελετηθεί και να τιμηθεί το χειροποίητο Κρητικό μαχαίρι, προτού η παραδοσιακή κατασκευή του σβήσει μέσα στην ατέρμονη κίνηση του χρόνου και τούτο, γιατί κάθε φορά που σβήνει μία παραδοσιακή τέχνη, ο ανθρώπινος πολιτισμός γίνεται φτωχότερος.
Το Κρητικό Μαχαίρι, η ιστορία του
Ένα από τα πρώτα εργαλεία τα οποία κατασκεύασε ο άνθρωπος και το οποίο τον βοήθησε να επιβιώσει στη μακριά και δύσκολη εποχή της αυγής του πολιτισμού είναι το μαχαίρι, το πρώτο αγχέμαχο όπλο. Για την κατασκευή του, μιμήθηκε στο σχήμα τα νύχια των άγριων ζώων, με τα οποία αυτά έπιαναν και φόνευαν τη λεία τους.Ένα από τα παλιότερα δείγματα μαχαιριού με τη μορφή με την οποία το γνωρίζουμε σήμερα βρέθηκε στο Τζεμπέλ - Ελ - Αράκ ( Gebel - El - Arak ) της Αιγύπτου, κατασκευάστηκε από επεξεργασμένο οψιδιανό λίθο κι έχει λαβή από ελεφαντόδοντο, διακοσμημένη με ανάγλυφες παραστάσεις εμπνευσμένες από πολεμικές σκηνές. Το μαχαίρι αυτό κατασκευάστηκε γύρω στο 3.400 π.Χ. και βρίσκεται σήμερα στο μουσείο του Λούβρου. Όμως και στην Κίνα, τη Μεσοποταμία και το Λουριστάν του Ιράν βρέθηκαν μαχαίρια τα οποία αγγίζουν την ηλικία των 5.000 ετών.
Αλλά και στη Μυκηναϊκή Ελλάδα από το 1.500 π.Χ. και μετά κατασκευάστηκαν θαυμάσια αμφίστομα χάλκινα και ορειχάλκινα μαχαίρια, τα οποία το εμπόριο και το κίνητρο του κέρδους τα μετέφερε ακόμα και σε άλλους μακρινούς ευρωπαϊκούς τόπους, αφού το εξαγωγικό εμπόριο όπλων άνθισε στη Μυκηναϊκή εποχή.
Και στην κλασική Ελλάδα όμως, είχε ανθίσει η κατασκευή πληθώρας αγχέμαχων όπλων και κυρίως μαχαιριών, τα οποία χρησιμοποιήθηκαν στους αμέτρητους πολέμους, οι οποίοι κατασπάραξαν την Ελλάδα της κλασικής εποχής.
Την ίδια εποχή της Μυκηναϊκής ακμής, στη Μινωική Κρήτη η οποία μας κληροδότησε αρκετά λαμπρά έργα ενός προηγμένου και ταυτόχρονα ιδιόμορφου πολιτισμού, κατασκευάστηκαν αξιόλογα μαχαίρια, ελάχιστα δείγματα των οποίων έφτασαν μέχρι την εποχή μας. Στο μουσείο του Ηρακλείου μάλιστα, φυλάσσεται αγαλματίδιο πολεμιστή από τη Σητεία, Μινωικής εποχής, οπλισμένου με μαχαίρι το οποίο παρουσιάζει μερικές ομοιότητες με τα σύγχρονα Κρητικά μαχαίρια. Αξίζει ιδιαίτερα να τονιστεί ότι, σύμφωνα με την αρχαία ελληνική μυθολογία, τα αγχέμαχα όπλα και τα πολεμικά κράνη γεννήθηκαν στην Κρήτη, αφού εφευρέτες τους θεωρούνται οι Κουρήτες, ακόλουθοι του Δία.
Η ανάγκη άμυνας του μεγαλύτερου ελληνικού νησιού είχε ως αποτέλεσμα την ανάπτυξη της μεταλλουργίας και κατ' επέκταση της κατασκευής όπλων στην Κρήτη κατά την κλασική εποχή, όταν οι τοξότες του νησιού είχαν εξαιρετική φήμη σ' ολόκληρη την Ελλάδα και τη Μικρά Ασία, για τη δεινότητα με την οποία χειρίζονταν τα όπλα αυτά. Τη ρωμαϊκή εποχή, οι Ρωμαίοι απέκτησαν πικρή πείρα της μαχητικής ικανότητας των Κρητικών και της ευθυβολίας των τόξων τους όταν κατέλαβαν το νησί.
Κατά το Μεσαίωνα και ειδικότερα κατά τον 9ο αιώνα η Κρήτη καταλήφθηκε από τους Σαρακηνούς, οι οποίοι ήρθαν από την Ισπανία. Με ορμητήριο το νησί ταλαιπωρούσαν με τις επιδρομές τους ολόκληρη την ανατολική Μεσόγειο. Οι Σαρακηνοί της Κρήτης κατασκεύαζαν διάφορους τύπους όπλων επιτόπια και μ' αυτά εξόπλιζαν πλοία και πληρώματα κατά τις ναυτικές επιδρομές τους.
Μετά τη νικηφόρα εκστρατεία του Νικηφόρου Φωκά και την καταστροφή των Σαρακηνών της Κρήτης, το νησί επανήλθε στην εξουσία των Βυζαντινών όπου και παρέμεινε μέχρι τις αρχές του 13ου αιώνα, οπότε πέρασε στα χέρια των Βενετών πολύτιμο λάφυρο από τη διανομή των εδαφών της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, μετά τη διάλυση της από τους Σταυροφόρους της τέταρτης σταυροφορίας.
Οι Βενετοί κράτησαν την Κρήτη κάτω από την εξουσία τους για περισσότερα από 450 χρόνια. Στο γεγονός αυτό συνέβαλε η εξαιρετική οργάνωση της διοικητικής τους μηχανής και το αμυντικό σύστημα το οποίο είχαν αναπτύξει στο νησί, σύμφωνα με το οποίο εκτός από τις ισχυρές τακτικές στρατιωτικές δυνάμεις, η άμυνα ενισχυόταν από την τοπική πολιτοφυλακή Κρητικών τοξοτών, φημισμένων σε ολόκληρη την ανατολή και από τις δυνάμεις των Ελλήνων και Ιταλών γαιοκτημόνων του νησιού. Οι τελευταίες αυτές δυνάμεις εξοπλίζονταν ασφαλώς με όπλα τα οποία κατασκεύαζαν επιτόπια Κρητικοί τεχνίτες.
Μαρτυρίες για τη χρήση μαχαιριών για πολεμικούς σκοπούς κατά το Μεσαίωνα έχουμε σε γραπτές πηγές, οι οποίες αναφέρονται στην επανάσταση των Ψαρομηλίγγων κατά των Βενετών στα μέσα του 14ου αιώνα. Κατά την επανάσταση εκείνη οι Κρητικοί επαναστάτες ήταν οπλισμένοι με τόξα, λόγχες, ρόπαλα, μαχαίρες και πέλεκεις.
Σύμφωνα με την προφορική παράδοση, την εποχή της Βενετοκρατίας υπήρχαν μαχαιράδικα στο Ηράκλειο της Κρήτης, εγκαταστημένα στην ίδια ακριβώς θέση που βρίσκονται και σήμερα.
Μετά την τουρκική κατάκτηση της Κρήτης, οι μεταλλουργοί του νησιού συνέχιζαν να κατασκευάζουν εξαίρετα μεταλλουργικά προϊόντα, μεταξύ των οποίων και μαχαίρια, τα οποία κατά το 19ο αιώνα με τις επανειλημμένες επαναστάσεις των Κρητικών οι οποίοι διψούσαν για ελευθερία, αποκτούν ξεχωριστή αξία.
- Κρητικοί ζωσμένοι με τα άρματα τους -
Η συναισθηματική αλλά και πρακτική πολεμική αξία του Κρητικού μαχαιριού συνεχίστηκε και στον αιώνα μας, αφού το Κρητικό μαχαίρι υπήρξε απαραίτητο συμπλήρωμα της πολεμικής εξάρτησης του Κρητικού παλικαριού στο Μακεδονικό αγώνα, στους Βαλκανικούς πολέμους, στη Μικρασιατική εκστρατεία, ακόμα και κατά τη διάρκεια του Β' παγκοσμίου πολέμου όπου οι Κρητικοί αντάρτες ήταν οπλισμένοι και με το παραδοσιακό τους Κρητικό μαχαίρι, σύμβολο της Κρητικής αντρειοσύνης και του πνεύματος αντίστασης της Κρήτης εναντίον κάθε κατακτητή.
- το Γιαταγάνι του Δασκαλογιάννη. Σήμερα το γιαταγάνι του Δασκαλογιάννη βρίσκεται στο Μουσείο Μπενάκη, αποτελώντας ένα από τα πολυτιμότερα κειμήλια των συλλογών του. -
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου